Πρόκειται για ταπεινό πνευστό όργανο, τον πανάρχαιο αυλό του Πανός, που χρησιμοποιούνταν συνήθως από βοσκούς. Αναπαρίσταται σε κυκλαδικά ειδώλια της τρίτης χιλιετίας π.Χ.
Αποτελούνταν από μια ομάδα 4 έως 18 καλαμένιων συνήθως σωλήνων χωρίς γλωσσίδες και πλευρικές οπές για τα δάκτυλα. Οι σωλήνες ήταν συνδεδεμένοι μεταξύ τους με λινάρι, καλάμι ή κερί.
Ο εκτελεστής την κρατούσε με τα δύο του χέρια και φυσούσε στους επιθυμητούς αυλούς από το ανοικτό άνω άκρο τους. Το διαφορετικό ηχητικό μήκος και επομένως οι διαφορετικοί μουσικοί φθόγγοι εξασφαλίζονταν είτε από κατάλληλους βαθμιαία ανισομήκεις αυλούς, είτε (συνηθέστερα) από ισομήκεις φραγμέ-νους με κερί στο απαιτούμενο βάθος.
Παρήγαγε βαθείς, γλυκούς με πλούσιες «αρμονικές» ήχους.
ΠΗΓΗ: Μ.Λ. Γουέστ, Αρχαία ελληνική μουσική, Κούρτ Σάκς, Ιστορία των αρχαίων μουσικών οργάνων, Πολυδεύκης Ιούλιος, Ονομαστικόν, Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, Αριστοτέλης, (Μουσικά) προβλήματα, Πλούταρχος, Περί μουσικής, Αθήναιος ο Ναυκράτειος, Δειπνοσοφισταί, Θεόκριτος, Βουκολικά